bepul

Αθηναίων Πολιτεία

Matn
iOSAndroidWindows Phone
Ilova havolasini qayerga yuborishim mumkin?
Mobil qurilmada kodni kiritmaguningizcha oynani yopmang
TakrorlashHavola yuborildi

Mualliflik huquqi egasi talabiga ko`ra bu kitob fayl tarzida yuborilishi mumkin emas .

Biroq, uni mobil ilovalarimizda (hatto internetga ulanmasdan ham) va litr veb-saytida onlayn o‘qishingiz mumkin.

O`qilgan deb belgilash
Shrift:Aa dan kamroqАа dan ortiq

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ'.
ΟΙ ΥΙΟΙ ΤΟΥ ΠΕΙΣΙΣΤΡΑΤΟΥ

Ο Πεισίστρατος μεν λοιπόν έμεινε μέχρι βαθέος γήρατος εις την εξουσίαν και απέθανεν ασθενήσας επί Φιλονέου άρχοντος, από της εποχής μεν που πρώτην φοράν έγινε τύραννος ζήσας τριάκοντα τρία έτη, είκοσι δε παρά εν έτη διαμείνας εις την εξουσίαν. Διότι κατά τα άλλα έτη ήτον εξόριστος. Διά τούτο και προδήλως λέγουν φλυαρίας οι ισχυριζόμενοι ότι ο Πεισίστρατος ήτον ερωμένος του Σόλωνος και ότι αυτός είχε την στρατηγίαν εις τον εναντίον των Μεγαρέων πόλεμον. Διότι δεν προσαρμόζονται αυτά προς τας ηλικίας, εάν τις αναλογισθή την ζωήν του καθενός εκ των δύο και επί εποχής ποίου άρχοντος απέθανεν. Αφού δε απέθανεν ο Πεισίστρατος, την εξουσίαν κατέλαβον οι υιοί του, διευθύνοντες τα πολιτικά πράγματα κατά τον αυτόν τρόπον. Ήσαν δε δύο μεν εκ του νομίμου γάμου του, ο Ιππίας και ο Ίππαρχος, δύο δε από την Αργείαν γυναίκα του, ο Ιοφών και ο Ηγησίστρατος, του οποίου παρωνύμιον ήτο Θεσσαλός. Διότι επήρεν ακόμη γυναίκα ο Πεισίστρατος από το Άργος, θυγατέρα ανδρός Αργείου, του οποίου το όνομα ήτο Γοργίλος, ονομαζομένην Τιμώνασσαν, την οποίαν πρότερον είχε σύζυγόν του ο Αρχίνος ο Αμπρακιώτης εκ του γένους των Κυψελίδων. Εκ του γεγονότος δε τούτου απορρέει και η φιλία (του Πεισιστράτου) προς τους Αργείους, από τους οποίους χίλιοι προσήλθον συμπολεμισταί του εις την μάχην της Παλληνίδος, οδηγήσαντος αυτούς εκεί του Ηγησιστράτου (82). Λέγουσι δε ότι ενυμφεύθη την Αργείαν γυναίκα άλλοι μεν μετά την πρώτην έκπτωσιν αυτού από της εξουσίας, άλλοι δε ενώ ακόμη κατείχε την εξουσίαν.

Ήσαν δε κύριοι των πραγμάτων και λόγω της επισήμου καταγωγής και λόγω της (μεγαλυτέρας) ηλικίας των ο Ίππαρχος και ο Ιππίας, μεγαλύτερος δε κατά την ηλικίαν ων ο Ιππίας και έχων εκ φύσεως πολιτικήν επιδεξιότητα και σύνεσιν προΐστατο της εξουσίας. Ο δε Ίππαρχος ήτο φίλος των νεανικών διασκεδάσεων και των ερωτικών απολαύσεων και των καλλιτεχνικών τέρψεων και αυτός είχε προσκαλέσει εις Αθήνας τον Ανακρέοντα, τον Σιμωνίδην και τους φίλους αυτών και τους άλλους ποιητάς. Ο Θεσσαλός δε (ο Ηγησίστρατος) ήτο πολύ νεώτερος και κατά την συμπεριφοράν θρασύς και υβριστής, εξ αιτίας του οποίου και έγινεν αρχή όλων των κακών. Διότι αγαπήσας ερωτικώς τον Αρμόδιον και αποτυχών εις το ν' αποκτήση την φιλίαν του δεν συνεκράτει την οργήν του, αλλά και κατά τα άλλα εδείκνυε προσβλητικήν κατ' αυτού συμπεριφοράν και ιδίως εμπόδισε την αδελφήν του από το να παρακολουθήση τα Παναθήναια ως κανηφόρος παρθένος, ενώ είχεν εκλεχθή προς τούτο, εξυβρίσας μάλιστα διά φράσεων τινων τον Αρμόδιον ως διεφθαρμένον· εκ τούτου δε (του επεισοδίου) συνέβη ερεθισθείς ο Αρμόδιος να εκτελέση μαζί με τον Αριστογείτονα τον φόνον με συμμετοχήν (εις το πραξικόπημα τούτο) πολλών. Την ημέραν των Παναθηναίων, παρατηρούντες (83) τον Ιππίαν εις την Ακρόπολιν, διότι αυτός ανέμενεν εκεί προς υποδοχήν την πομπήν, ενώ ο Ίππαρχος επεστάτει το ξεκίνημα, ιδόντες (δε) ένα από τους συμμετόχους της συνωμοσίας με πολλήν οικειότητα συνδιαλεγόμενον με τον Ιππίαν και υποπτευθέντες ότι καταγγέλλει (προς αυτόν) το πράγμα, θέλοντες να κάμουν κάτι πριν συλληφθούν, καταβάντες (ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων δηλαδή) και εκδηλώσαντες την εξέγερσίν των πριν από τους άλλους (συνωμότας)· εφόνευσαν τον Ίππαρχον πλησίον εις το Λεωκόριον, ενώ ετακτοποίει την πομπήν, έβλαψαν δε (τοιουτοτρόπως) το όλον συνωμοτικόν κίνημα. Εκ των δύο δε αυτών ο μεν Αρμόδιος ευθύς επί τόπου εφονεύθη υπό των δορυφόρων, ο δε Αριστογείτων κατόπιν, αφού συνελήφθη και επί πολύν καιρόν εκακοποιήθη. Διατελών δε υπό βασανιστήρια κατήγγειλεν (ως συνωμότας) πολλούς, οι οποίοι και κατά την καταγωγήν ήσαν επίσημοι και φίλοι των τυράννων διετέλουν. Διότι δεν ηδύναντο ούτοι (οι τύραννοι) να συγκομίσωσιν ευθύς τότε ενδείξεις περί της συνωμοσίας. Αλλ' όμως η επικρατούσα φήμη, ότι ο Ιππίας διατάξας να καταθέσουν τα όπλα των όλοι οι ακολουθούντες την πομπήν, εθεώρησεν ως επ' αυτοφώρω συλληφθέντας συνωμότας εκείνους που είχαν εγχειρίδια, δεν είναι αληθινή. Διότι δεν εγίνετο ακόμη την εποχήν εκείνην η πομπή με ενόπλους (ακολουθούντας αυτήν), αλλά τούτο αργότερα επεκράτησεν ως συνήθεια κατά τους δημοκρατικούς χρόνους. Κατηγορεί δε (ο Αριστογείτων) ως συνωμότας τους φίλους του τυράννου – καθώς μεν λέγουν οι δημοκρατικοί – επίτηδες ίνα καταδιώξη ούτος αδίκως αυτούς (και εξοργισθούν εναντίον του) και ίνα ούτως οι τύραννοι εξασθενήσουν κατά την ισχύν των, φονεύοντες τους αθώους και φίλους των· ως δε μερικοί λέγουν όχι κατά φαντασίαν πλάττων αλλά τους πράγματι συνωμότας ο Αριστογείτων κατήγγειλε. Και τέλος, επειδή δεν κατώρθωνε παρ' όλας αυτού τας προσπαθείας ν' αποθάνη, υποσχεθείς ότι είχε να καταμηνύση και πολλούς άλλους ακόμη και πείσας τον Ιππίαν να του δώση την δεξιάν προς επίσημον υπόσχεσιν, ότε έλαβεν αυτήν ονειδίσας τον τύραννον διότι εις τον φονέα του αδελφού του έδιδε την δεξιάν, τόσον πολύ εξηρέθισε τον Ιππίαν, ώστε ούτος (εκμανείς) υπό της οργής δεν ημπόρεσε να συγκρατηθή, αλλά ανασύρας την μάχαιράν του τον εφόνευσε.

Κατόπιν δε τούτων η τυραννίς έγινε πολύ τραχυτέρα· διότι με το να ζητή να λάβη εκδίκησιν διά τον αδελφόν του και με το να έχη φονεύσει και εξορίσει πολλούς εδείχθη προς όλους άπιστος και κακός. Μάλιστα δε κατά το τέταρτον έτος από της εποχής του θανάτου του Ιππάρχου, επειδή ευρίσκοντο εις κακήν (δι' αυτόν) κατάστασιν τα εν τη πόλει, επεχείρησε να οχυρώση με τείχος την Μουνιχίαν προς τον σκοπόν να μεταφέρη εκεί την έδραν της διαμονής του. Ενώ δε με αυτά κατεγίνετο, εξεδιώχθη υπό του βασιλέως των Λακεδαιμονίων Κλεομένους, διότι κατ' επανάληψιν είχον παραγγείλει εις τους Λάκωνας οι χρησμοί να καταλύσουν την τυραννίδα, διά την εξής αιτίαν:

Οι εξόριστοι, των οποίων αρχηγοί ήσαν οι Αλκμεωνίδαι, αυτοί μεν μόνοι των δεν είχαν δυνάμεις διά να πραγματοποιήσουν την διά της βίας επάνοδον αυτών, αλλά πάντοτε απετύγχαναν διότι και εις τα άλλα, τα οποία επεχείρουν, απετύγχαναν και περικλείσαντες διά τείχους εις την (Αττικήν) χώραν το Λειψύδριον, το ευρισκόμενον εις ύψωμα του Πάρνηθος, όπου, φυγόντες από την πόλιν, ήλθαν μαζί τους μερικοί, ενικήθησαν διά πολιορκίας υπό των τυράννων· όθεν κατόπιν κάμνοντες υπαινιγμόν εις ταύτην την συμφοράν ετραγουδούσαν (οι Αθηναίοι) εις τα σκολιά (84) άσματά των πάντοτε·

 
Οχού Λειψύδριο προδοσιάρικο,
τι άνδρες έφαγες, για πόλεμο
ικανούς κι' όλο άρχοντες,
που αυτοί τώδειξαν τότε τι πατέρων ήσαν γυιοί (85) .
 

Αποτυγχάνοντες λοιπόν εις όλα τα άλλα ανέλαβαν εργολαβικώς την οικοδομήν του εν Δελφοίς ναού, εκ της επιχειρήσεως δε αυτής εκέρδισαν χρήματα, ώστε διά τούτων να επιτύχουν την βοήθειαν των Λακεδαιμονίων. Η δε Πυθία εις την αρχήν κάθε χρησμού προς τους Λακεδαιμονίους έλεγε (86) πάντοτε να ελευθερώσουν τας Αθήνας, με τόσην επιμονήν, ώστε έκαμε τους Σπαρτιάτας να το επιχειρήσουν, μολονότι οι Πεισιστρατίδαι συνεδέοντο διά δεσμών φιλοξενίας προς αυτούς· όχι δε ολιγώτερον συνετέλεσεν εις παρακίνησιν των Λακώνων η εκ μέρους των Πεισιστρατιδών υπάρχουσα φιλία προς τους Αργείους. Και κατά πρώτον μεν λοιπόν απέστειλαν διά θαλάσσης τον Αγχίμολον φέροντα στρατόν· ότε δε αυτός ενικήθη και εφονεύθη, διότι ήλθεν εις βοήθειαν (των Πεισιστρατιδών) ο Θεσσαλός Κινέας έχων χιλίους ιππείς, οργισθέντες ακόμη περισσότερον εξ αιτίας του συμβάντος αυτού έστειλαν εις την εκστρατείαν τον βασιλέα Κλεομένην διά ξηράς έχοντα μεγαλυτέραν πολεμικήν προετοιμασίαν· ούτος, αφού ενίκησε τους ιππείς των Θεσσαλών, επιχειρήσαντας να εμποδίσωσιν αυτόν να εισέλθη εις την Αττικήν, αποκλείσας τον Ιππίαν εις το τείχος το λεγόμενον Πελαργικόν επολιόρκει αυτόν έχων την βοήθειαν των Αθηναίων. Ενώ δε αυτός έμενεν εκεί, συνέπεσεν εξελθόντες κρυφίως να συλληφθώσιν οι υιοί των Πεισιστρατιδών ότε δε ούτοι ηχμαλωτίσθησαν, ελθόντες οι Πεισιστρατίδαι εις συνθηκολογίαν διά σωτηρίαν των τέκνων των και εντός πέντε ημερών μετακομίσαντες έξω των Αθηνών τα πράγματά των, παρέδωκαν την Ακρόπολιν εις τους Αθηναίους επί άρχοντος Αρπακτίδου, διατηρήσαντες την τυραννίδα μετά τον θάνατον του πατρός τως δεκαεπτά εν όλω έτη. Εν συνόλω δε μετά των ετών, τα οποία εβασίλευσεν ο πατήρ, πεντήκοντα έτη μείον έν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ'.
ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ

Αφού δε κατηργήθη η τυραννίς, ευρέθησαν εις διάστασιν προς αλλήλους (χάριν της εξουσίας) ο Ισαγόρας ο υιός του Τεισάνδρου, ο οποίος ήτο φίλος των τυράννων, και ο Κλεισθένης, ο καταγόμενος εκ του γένους των Αλκμεωνιδών. Νικηθείς δε εις τα πολιτικά σωματεία (ήτοι έχων με το μέρος του ολιγώτερα πολιτικά σωματεία) ο Κλεισθένης προσεταιρίσθη τον λαόν, υποσχόμενος ν' αποδώση εις τούτον την διοίκησιν της πολιτείας. Ο δε Ισαγόρας ευρεθείς (ούτως) ασθενέστερος ως προς την δύναμιν, καλέσας και πάλιν προς βοήθειάν του τον Κλεομένην, ο οποίος συνεδέετο μετ' αυτού διά δεσμού φιλοξενίας· έπεισε συνάμα αυτόν να εκδιώξη από την πόλιν την ανοσιουργίαν (το άγος), διότι επιστεύετο ότι οι Αλκμεωνίδαι ήσαν από τα γένη των ανοσιουργών. Ότε δε (ένεκα τούτου) εξήλθε κρυφίως της πόλεως ο Κλεισθένης με ολίγους οπαδούς του, εξορίζει εκείνος ως εναγείς επτακοσίας οικογενείας· αυτά δε διαπράξας, την μεν βουλήν έκαμεν απόπειραν να καταργήση, τον δε Ισαγόραν και τριακοσίους των φίλων μαζί με αυτόν να καταστήση κυρίους της πόλεως. Επειδή δε η βουλή αντεστάθη και ο λαός συνηθροίσθη (προς επίθεσιν), οι μεν περί τον Κλεομένην και τον Ισαγόραν κατέφυγαν εις την ακρόπολιν, ο δε λαός δύο μεν ημέρας σταθείς εκεί τους επολιόρκει, την δε τρίτην ημέραν αφήσας ελευθέρους να εξέλθουν συνεπεία ενόρκου συμφωνίας τον Κλεομένην και τους στρατιώτας του, έστειλε και προσεκάλεσε τον Κλεισθένην και τους άλλους φυγάδας. Αφού δε (ούτω) κύριος των πραγμάτων έγινεν ο λαός, έγινεν αρχηγός αυτού ο Κλεισθένης και προστάτης της λαϊκής τάξεως. Διότι κυριώτατα αίτιοι σχεδόν της εκδιώξεως των τυράννων έγιναν οι Αλκμεωνίδαι και ως επί το πλείστον (τον καιρόν της τυραννίδος) διετέλεσαν στασιώται. Και πρότερον δε ακόμη ο Κήδων, του γένους των Αλκμεωνιδών, επετέθη (87) εναντίον των τυράννων, διά τούτο δε και τον ανέφεραν και αυτόν εις τα παροίνια άσματα (σκολιά):

 
 
Βάλε και του Κήδωνος, δούλε υπηρέτη, και μη τον λησμονείς,
'σάν που πρέπει τους γενναίους άνδρας να τους κερνάμε κρασί (88) .
 

Διά τους λόγους μεν λοιπόν τούτους ο λαός είχεν εμπιστοσύνην εις τον Κλεισθένην. Τότε δε προϊστάμενος του λαού αυτός, το τέταρτον έτος μετά την εκδίωξιν των τυράννων, επί άρχοντος Ισαγόρου, πρώτον μεν διήρεσεν όλους εις δέκα φυλάς, αντί των τεσσάρων, θέλων να αναμίξη ούτως αυτούς (τους Αθηναίους) προς τον σκοπόν ν' αποκτήσουν τοιουτοτρόπως περισσότεροι πολιτικά δικαιώματα, εξ ου και προέκυψεν η φράσις «δεν πρέπει να γίνεται διάκρισις φυλών», αναφερομένη εναντίον εκείνων οι οποίοι θέλουν να εξετάζουν τα γένη.

Έπειτα την βουλήν απετέλεσεν εκ πεντακοσίων αντί τετρακοσίων, (ορίσας) πεντήκοντα από καθεμίαν φυλήν· τότε δε ήσαν εκατόν από κάθε φυλήν, διά τούτο δε και δεν διήρεσεν εις δώδεκα φυλάς (89) , διά να μη συμπέση με την υποδιαίρεσιν εις τριττύας, η οποία προϋπήρχε· ώστε η λαϊκή τάξις (το πλήθος) δεν συνέπιπτε να ευρίσκεται όλη εις ένα δήμον. Εχώρισε δε και την χώραν κατά δήμους εις τριάκοντα μέρη, δέκα μεν δήμους περί την πόλιν, δέκα δε της παραλίας και δέκα της μεσογείου χώρας, και αυτάς ονομάσας τριττύς ώρισε διά κλήρου να ληφθούν τρεις δήμοι διά να σχηματίζουν μίαν φυλήν, κατά τρόπον ώστε καθεμία φυλή να ευρίσκεται εις όλα τα μέρη της χώρας (90). Και διέστειλεν ως συνδημότας (έχοντας κοινήν δηλαδή προσωνυμίαν) τους κατοικούντας έκαστον δήμον, προς τον σκοπόν να μη φανερώνεται ποίοι έχουν λάβη νεωστί πολιτικά δικαιώματα διά της προσαγορεύσεως του οικογενειακού (πατρικού) ονόματος· έκτοτε δε επονομάζονται οι Αθηναίοι μεταξύ των εκ του ονόματος του δήμου (εις τον οποίον έκαστος ανήκει). Συνέστησε δε και αξίωμα δημάρχων, των οποίων αι δικαιοδοσίαι ήσαν αι αυταί με τας δικαιοδοσίας των προτέρων ναυκράρων· καθόσον αντικατέστησε τας ναυκραρίας με τους δήμους. Έδωκε δε εις τους δήμους ονόματα εις άλλους μεν εκ της τοποθεσίας, εις άλλους δε έδωκεν εκ των ιδρυτών αυτών διότι ουχί όλοι οι δήμοι υπήρχον εις προγενεστέρως εχούσας όνομα τοποθεσίας (91). Τα δε γένη και τας φρατρίας (92) και τα ιερατικά νόμιμα αφήκεν εις καθένα να έχουν κατά τα πατροπαράδοτα· εις τας φυλάς δε έδωκεν εκ των προεκλεγέντων εκατόν πατρογονικών ηρώων τα ονόματα των δέκα εξ αυτών, εκείνων τους οποίους υπέδειξεν η Πυθία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η'.
ΑΝΑΠΤΥΞΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ – ΕΞΟΣΤΡΑΚΙΣΜΟΣ

Αφού δε έγιναν αυτά, το πολίτευμα απέβη πολύ πλέον δημοκρατικόν παρά το του Σόλωνος· διότι πράγματι οι μεν νόμοι του Σόλωνος συνέβη να επιφέρωσι την εξάλειψιν του τυραννικού αξιώματος – διότι τούτο δεν είχε χρησιμοποιηθή καλώς – ο δε Κλεισθένης άλλους νέους νόμους εισήγαγεν αποβλέπων εις ενίσχυσιν της λαϊκής δυνάμεως, μεταξύ δε τούτων παρενεβλήθη και ο περί εξοστρακισμού νόμος. Πρώτον μεν λοιπόν κατά το πέμπτον έτος μετά την νέαν αυτήν πολιτικήν κατάστασιν επί της αρχοντίας του Ερμοκρέοντος έκαμε διά την βουλήν των πεντακοσίων τον όρκον (93) τον οποίον ακόμη και τώρα ομνύουν οι βουλευταί· έπειτα τους στρατηγούς εξέλεγον κατά φυλάς, από κάθε φυλήν ένα, όλου δε του στρατεύματος αρχηγός ήτον ο πολέμαρχος. Κατά δε το δωδέκατον μετά ταύτα έτος νικήσαντες εις την εν Μαραθώνι μάχην επί της αρχοντίας του Φαινίππου, μετά πάροδον δύο ετών από της νίκης, ότε ο λαός ανέλαβε το θάρρος του, τότε διά πρώτην φοράν εφήρμοσαν τον νόμον τον περί εξοστρακισμού, ο οποίος είχε τεθή από υποψίαν προς τους έχοντας δύναμιν, υποψίαν προκύψασαν εκ του ότι ο Πεισίστρατος, ηγέτης πολιτικής μερίδος ων και στρατηγός, έγινε τύραννος. Και πρώτος εξωστρακίσθη ο εκ των συγγενών εκείνου (του Πεισιστράτου) ο Ίππαρχος ο υιός του Χάρμου, Κολλυτεύς, διά τον οποίον και κυρίως έθεσε τον νόμον ο Κλεισθένης, θέλων να διώξη αυτόν εκ της πόλεως. Διότι οι Αθηναίοι σύμφωνα με την συνειθισμένην αγαθότητα του λαού των άφηναν να κατοικώσιν εις την πόλιν τους φίλους των τυράννων, εκείνους όσοι δεν ήθελαν συμπαρεκτραπή εις τας ταραχάς· των οποίων (φιλοτυράννων) αρχηγός και προστάτης ήτον ο Ίππαρχος. Το επόμενον δε αμέσως έτος επί της αρχοντίας του Τελεσίνου διά κυάμων (ψήφων) εξέλεξαν τους εννέα άρχοντας κατά φυλάς εκ του καταλόγου των προεκλεγέντων υπό των δημοτών πεντακοσίων (94) , διά πρώτην τότε φοράν [μετά την εποχήν της τυραννίας] (95) · προηγουμένως δε όλοι οι άρχοντες εξελέγοντο απ' ευθείας. Και τότε εξωστρακίσθη ο Μεγακλής, ο υιός του Ιπποκράτους εκ του δήμου της Αλωπεκής. Επί τρία μεν λοιπόν έτη εξωστράκιζαν (ούτω) τους φίλους των τυράννων, διά τους οποίους και έγινεν ο νόμος αυτός· μετά δε ταύτα κατά το τέταρτον έτος και εκ των άλλων, εάν κανείς εφαίνετο ότι ήτο μεγαλύτερος (εις την δύναμιν), εξωρίζετο· και πρώτος εκ των μη εχόντων σχέσιν προς τους τυράννους εξωστρακίσθη ο Ξάνθιππος ο υιός του Αρίφρονος. Εις το τρίτον δε κατόπιν έτος επί της αρχοντίας του Νικομήδους, κατά τον καιρόν που ευρέθησαν τα μεταλλεία εις την Μαρώνειαν (96) και επορίσθη εξ αυτών η πόλις εκατόν τάλαντα, ενώ μερικοί εσυμβούλευαν τον δήμον να γίνη διανομή του χρήματος (εις τους πολίτας), ο Θεμιστοκλής εμπόδισε τούτο, μη λέγων μεν κατά ποίον τρόπον θα εχρησιμοποίει τα χρήματα, αλλά προτείνων να δοθώσι ταύτα ως δάνειον εις τους πλέον πλουσίους εκ των Αθηναίων εκατόν, ανά έν τάλαντον εις καθένα, κατόπιν δε, εάν μεν ήθελεν είναι αρεστός (εις τον λαόν) ο τρόπος της δαπάνης, να λογίζεται αύτη εις βάρος της πόλεως, ει δ' άλλως να εισπράττωνται τα χρήματα από τους δανεισθέντας, διά του τρόπου δε τούτου λαβών τα χρήματα κατεσκεύασεν εκατόν τριήρεις, με το να ναυπηγήση καθένας από τους εκατόν ανά μίαν, με τας οποίας έκαμε την εν Σαλαμίνι ναυμαχίαν προς τους βαρβάρους. Εξωστρακίσθη δε κατ' εκείνον τον καιρόν ο Αριστείδης ο υιός του Λυσιμάχου. Μετά τρία δε έτη επί της αρχοντίας του Υψιχίδου εψήφισαν να δεχθώσι την επάνοδον όλων των εξωστρακισμένων, τούτο δε ένεκα της εκστρατείας του Ξέρξου. (97) Και ώρισαν εις το εξής, οι εξοστρακιζόμενοι να μη εγκαθίστανται πέραν της Γεραιστού και του Σπηλαίου (98) , ει δ' άλλως να κηρύττωνται διά παντός στερημένοι των πολιτικών αυτών δικαιωμάτων.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ'.
ΜΗΔΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ – ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ – ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ

Τότε μεν λοιπόν μέχρι του σημείου τούτου ανεπτύχθη η πολιτεία παραλλήλως προς το δημοκρατικόν πολίτευμα ολίγον κατ' ολίγον προοδεύουσα. Μετά δε τους Μηδικούς πολέμους απέκτησεν εκ νέου δύναμιν η βουλή του Αρείου Πάγου και εκυβέρνα την πόλιν, μη λαβούσα την εξουσίαν με καμμίαν επίσημον απόφασιν, αλλά διότι (η βουλή αυτή) εστάθη αιτία της περί την Σαλαμίνα ναυμαχίαν. Διότι ενώ οι στρατηγοί ηυρέθησαν εις απορίαν διά τα πράγματα κ' έβγαλαν κήρυγμα να φροντίση καθένας διά την σωτηρίαν του, η βουλή του Αρείου Πάγου επρομήθευσε και εμοίρασεν εις έκαστον – οκτώ δραχμάς και επεβίβασεν αυτούς εις τα πλοία· δι' αυτήν λοιπόν την αιτίαν υπετάσσοντο εις την εξουσίαν της και εκυβερνώντο οι Αθηναίοι καλώς επίσης και κατά την εποχήν αυτήν. Διότι συνέβη εις αυτούς, εις το χρονικόν εκείνο διάστημα, και να αναπτύξουν τας πολεμικάς αυτών δυνάμεις και ν' αποκτήσουν αγαθήν υπόληψιν μεταξύ των Ελλήνων και να λάβουν την ηγεμονίαν της θαλάσσης παρά την θέλησιν των Λακεδαιμονίων.

Ήσαν δε προϊστάμενοι (αρχηγοί) του δήμου κατά τους καιρούς αυτούς ο Αριστείδης ο υιός του Λυσιμάχου και ο Θεμιστοκλής ο υιός του Νεοκλέους, ούτος μεν εξησκημένος εις τα πολεμικά, εκείνος δε ικανός εις τα πολιτικά πράγματα και υπέροχος των συγχρόνων του εις την δικαιοσύνην· δι' ό και μετεχειρίζοντο τον μεν ως στρατηγόν, τον δε ως σύμβουλον. Και την μεν ανοικοδόμησιν των τειχών από κοινού οι δύο έφεραν εις πέρας, αν και ευρισκόμενοι εις διάστασιν μεταξύ τους, ως προς δε την απομάκρυνσιν των Ιώνων από της συμμαχίας των Λακεδαιμονίων ο Αριστείδης υπήρξεν ο προτρέψας εις αυτήν, επιληφθείς της ευκαιρίας καθ' ήν οι Λάκωνες είχον υποστή μείωσιν της υπολήψεώς των εξ αιτίας του Παυσανίου. Διά τούτο δε και αυτός (ο Αριστείδης) ήτον ο επιβαλών τους πρώτους φόρους εις τας πόλεις κατά το τρίτον έτος μετά την εν Σαλαμίνι ναυμαχίαν επί της αρχοντίας του Τιμοσθένους, και αυτός διεξήγαγε τα της ορκήσεως των Ιώνων, σύμφωνα με την οποίαν ωρίζετο να έχουν τους αυτούς (με τους Αθηναίους) εχθρούς και φίλους, εις πίστωσιν των οποίων και τους πυρακτωμένους στρογγυλούς λίθους έρριψαν ομού εις την θάλασσαν (99) .

Μετά δε ταύτα, καθ' όσον ήδη ελάμβανε πεποίθησιν εις τας δυνάμεις της η πόλις και χρήματα πολλά είχαν συναθροισθή, συνεβούλευεν (ο Αριστείδης) ν' αναλάβωσιν αυτοβούλως την ηγεμονίαν και καταβαίνοντες εκ των αγρών να κατοικούν εις την πόλιν διότι τα της συντηρήσεως θα υπήρχον δι' όλους, εις άλλους μεν ως απησχολημένους εις εκστρατείας, εις άλλους δε ως έχοντας την φρούρησιν της χώρας, εις άλλους δε ως διαχειριζομένους τα κοινά· έπειτα κατά τοιούτον τρόπον (οργανούμενοι) θα καταλάβωσι την ηγεμονίαν. Πεισθέντες δε εις ταύτα και λαβόντες την εξουσίαν εφέροντο προς τους συμμάχους πλέον δεσποτικώς, εκτός εις τους Χίους και τους Λεσβίους και τους Σαμίους· τούτους δε τους είχαν φύλακας της ηγεμονίας, αφήσαντες εις αυτούς και τα ίδιά των πολιτεύματα και την εξουσίαν επί όσων παλαιότερα ήσαν άρχοντες. Εθέσπισαν δε και υπό του δημοσίου παροχήν των προς διατροφήν απαιτουμένων εις τον λαόν, καθώς υπέδειξε τούτο ο Αριστείδης. Τοιουτοτρόπως από των αμέσων και των εμμέσων φόρων και από των εισπραττομένων από τους συμμάχους συνέβη να συντηρούνται περισσότεροι από είκοσι χιλιάδες άνθρωποι. Διότι δικασταί μεν ήσαν έξ χιλιάδες, τοξόται δε χίλιοι εξακόσιοι και προς τούτοις χίλιοι διακόσιοι ιππείς, μέλη δε της βουλής πεντακόσιοι και φρουροί των νεωρείων πεντακόσιοι και προς τούτοις φρουροί εις την πόλιν (100) πενήντα, διαχειρισταί των εξουσιών (101) εγχωρίως μεν έως επτακόσιοι άνδρες, έξω δε της χώρας έως επτακόσιοι· επί πλέον, όταν κατόπιν έκαμαν τον πόλεμον, υπήρχον στρατιώται μεν δύο χιλιάδες πεντακόσιοι, πλοία δε φρουρούντα είκοσιν, άλλα δε πλοία μεταφέροντα τους διά ψηφοφορίας εκλεγομένους δύο χιλιάδας φρουρούς [των υποτελών πόλεων]· ακόμη δε υπήρχον το πρυτανείον, οι ορφανοί και οι δεσμοφύλακες· διότι εις όλους τούτους η συντήρησις παρείχετο από του δημοσίου ταμείου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι'.
ΠΡΟΟΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ – ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΚΛΗΣ

Η μεν λοιπόν διατροφή του λαού διά των τρόπων τούτων εγίνετο. Δεκαεπτά δε και πλέον έτη μετά τους Περσικούς πολέμους διετηρήθη η πολιτεία υπό την διεύθυνσιν των μελών του Αρείου Πάγου, αν και ολίγον κατ' ολίγον κατέπιπτεν. Όταν δε ηυξήθησαν αι λαϊκαί τάξεις, γενόμενος αρχηγός του λαού ο Εφιάλτης ο υιός του Σοφωνίδου, έχων υπόληψιν ότι και αδωροδόκητος ήτο και δίκαιος προς το πολίτευμα, επετέθη ούτος εναντίον της βουλής· και πρώτον μεν καθήρεσε πολλούς των Αρεοπαγιτών· προκαλών εναντίων αυτών δίκας περί της διαχειρίσεώς των (102) · έπειτα δε επί της αρχοντίας του Κόνωνος αφήρεσεν από την βουλήν όλας τας εξουσίας, διά των οποίων αυτή καθίστατο φρουρός του πολιτεύματος και άλλας μεν των εξουσιών έδωκεν εις τους πεντακοσίους, άλλας δε εις την συνέλευσιν του δήμου και εις τα δικαστήρια. [Διέπραξε (103) δε αυτά με το να γίνη συνεργός του ο Θεμιστοκλής, ο οποίος ήτο μεν μέλος του Αρείου Πάγου, επρόκειτο δε να δικασθή κατηγορούμενος διά φιλίαν προς τους Πέρσας (μηδισμόν)· θέλων δε ο Θεμιστοκλής να καταργηθή η εξουσία της βουλής, προς μεν τον Εφιάλτην έλεγεν ότι η βουλή εσχεδίαζε να τον συλλάβη, προς δε τους Αρεοπαγίτας ότι θα υποδείξη τινάς συνεννοημένους διά να καταλύσουν το πολίτευμα. Οδηγήσας δε τους προς τούτο υπό της βουλής εκλεγέντας εις το μέρος όπου διέμενεν ο Εφιάλτης, συνωμίλει με πολλήν ζωηρότητα μαζί τους. Ο δε Εφιάλτης, καθώς είδε τούτο, καταφεύγει μισοενδυμένος (104) ικέτης εις τον βωμόν. Αφού δε όλοι εξεπλάγησαν διά το συμβάν και η βουλή των πεντακοσίων συνήλθεν εις συνεδρίασιν, επετέθησαν διά διαφόρων κατηγοριών εναντίον των Αρεοπαγιτών και ο Εφιάλτης και ο Θεμιστοκλής και πάλιν έπειτα προ της εκκλησίας του δήμου κατά όμοιον τρόπον, έως ου τους αφήρεσαν την εξουσίαν]. Εφονεύθη δε και ο Εφιάλτης δολοφονικώς, όχι μετά πολύν καιρόν, διά του Ταναγραίου Αριστοδίκου.

Η μεν λοιπόν βουλή των Αρεοπαγιτών τοιουτοτρόπως απεστερήθη της ανωτάτης εποπτείας· μετά δε ταύτα συνέβαινε να χαλαρώνεται ολοένα περισσότερον το πολίτευμα εξ αιτίας των εμπαθών δημαγωγών· διότι κατά την εποχήν εκείνην συνέπεσεν ουδέ αρχηγόν να έχουν οι μετριοπαθέστεροι, αλλά να προΐσταται αυτών ο Κίμων ο υιός του Μιλτιάδου ενώ ήτον ακόμη νέος (105) και αργά είχεν αναμιχθή εις τα πολιτικά πράγματα· προς δε τούτοις και διότι είχον εκλείψη οι περισσότεροι του κόμματος τούτου εις τας πολεμικάς επιχειρήσεις· διότι με το να σχηματίζεται κατά τους χρόνους εκείνους ο προς εκστρατείαν στρατός εκ του καταλόγου των εκλεξίμων πολιτών (106) και με το να διορίζωνται στρατηγοί άπειροι μεν εις τα του πολέμου τιμώμενοι δε διά τας πατρικάς δόξας, συνέβαινε πάντοτε να χάνωνται δύο ή τρεις χιλιάδες από τους εκστρατεύοντας, να εξολοθρεύωνται δε τοιουτοτρόπως οι μετριοπαθείς και εκ της τάξεως του λαού και εκ της τάξεως των ευπόρων.

Όλα μεν λοιπόν τα άλλα πράγματα της πολιτείας εκυβέρνων όχι όμοια όπως πρότερον και σύμφωνα με τους κειμένους νόμους, τον δε τρόπον της εκλογής των εννέα αρχόντων δεν μετέβαλον, παρά μόνον μετά το έκτον έτος μετά τον θάνατον του Εφιάλτου απεφάσισαν να προεκλέξουν και εκ της τάξεως των πολιτών εκείνους εκ του καταλόγου, των οποίων θα ελαμβάνοντο διά κλήρων οι εννέα άρχοντες, και πρώτος εκ της τάξεως αυτών άρχων υπήρξεν ο Μνησιθείδης· οι δε προ τούτου άρχοντες όλοι ήσαν εκ των τάξεων των ιππέων και των πεντακοσιομεδίμνων, οι δε ζευγίται διωρίζοντο εις τα κατώτερα αξιώματα, αν μη εγίνετο παράβλεψις καμμία κάποτε εις τους νόμους. Κατά το πέμπτον δε έτος μετά ταύτα επί της αρχοντίας του Λυσικράτους επανήλθεν εν ισχύι ο θεσμός των τριάκοντα δικαστών, των λεγομένων δημοτικών (107). Και τρία έτη κατόπιν αυτού επί της αρχοντίας του Αντιδότου εξ αιτίας του πλήθους των πολιτών κατά πρότασιν του Περικλέους απεφάσισαν να μη έχη πολιτικά δικαιώματα εκείνος, όστις δεν είχε γεννηθή εκ γονέων αμφοτέρων πολιτών (Aθηναίων).

Κατόπιν δε τούτων, ότε την αρχηγίαν του λαού έλαβεν ο Περικλής και διά πρώτην φοράν είχε διακριθή, ότε υπέβαλε καταγγελίαν ζητών να λογοδοτήση διά τας πράξεις της στρατηγίας του ο Κίμων, ενώ ακόμη ήτο (ο Περικλής) νέος, έγινεν ακόμη πλέον φιλολαϊκή η δημοκρατία. Διότι και των Αρεοπαγιτών μερικάς εξουσίας αφήρεσε και την πόλιν παρεκίνησεν εις αύξησιν της ναυτικής δυνάμεως, ένεκα της οποίας συνέβη να λάβη περισσότερον θάρρος ο λαός, ώστε να συγκεντρώση βαθμηδόν όλας τας εκ του πολιτεύματος εξουσίας εις εαυτόν. Μετά πενήντα δε μείον έν έτη από της εν Σαλαμίνι ναυμαχίας επί της αρχοντίας του Πυθοδώρου επήλθεν ο προς τους Πελοποννησίους πόλεμος, καθ' όν περιορισθείς ο λαός εντός της πόλεως και συνηθίσας ν' αναλαμβάνη υπηρεσίαν εις τα στρατιωτικά σώματα με μισθόν, προέβη εις την απόφασιν εν μέρει μεν θεληματικώς εν μέρει δε ακουσίως να διοική την πόλιν αυτός.

Πρώτος δε ο Περικλής έκαμε και τα δικαστήρια μισθοφόρα, δημαγωγικώς παρουσιάζων αντιστάθμισμα της ευπορίας (του λαού) της υπαρχούσης επί της εποχής του Κίμωνος. Διότι ο Κίμων έχων ιδικήν του ηγεμονικήν (108) περιουσίαν, πρώτον μεν ο ίδιος τα βάρη των δημοσίων αξιωμάτων (109) εξετέλει κατά τρόπον λαμπρόν, έπειτα δε πολλούς των συνδημοτών του συνετήρει εξ ιδίων του· διότι κάθε πολίτης εκ του δήμου των Λακιαδών (110) ηδύνατο αν ήθελε μεταβαίνων καθημέραν εις αυτόν (τον Κίμωνα) να λαμβάνη τα προς συντήρησιν· προς τούτοις δε και οι αγροί του όλοι ήσαν απερίφρακτοι, διά να δύναται όστις ήθελε να λαμβάνη εξ αυτών οπώρας. Εις αυτάς λοιπόν τας παροχάς μη δυνάμενος διά της περιουσίας του να επαρκέση ο Περικλής, κατά συμβουλήν του Δάμωνος, του υιού του Δαμωνίδου δημότου Όας (111) (ο οποίος επιστεύετο ότι υπήρξεν εις τον Περικλέα εισηγητής των περισσοτέρων τούτου διαβημάτων, διό και εξωστρακίσθη ύστερον), επειδή ως προς την ατομικήν του περιουσίαν ήτο κατώτερος διά να παράσχη εις τον λαόν τα εις αυτόν ανήκοντα, ώρισε παροχήν μισθού εις τους απαρτίζοντας (καθημέραν) τα δικαστήρια· εξ αιτίας του οποίου, ως μερικοί κατηγορούσιν, έγιναν χειρότερα τα δικαστήρια, διότι με φροντίδα ιδιάζουσαν εκληρώνοντο πάντοτε οι τυχόντες μάλλον άνθρωποι παρά οι έγκριτοι. Ήρχισε δε κατόπιν και η δωροδοκία, της οποίας πρώτος έκαμεν αρχήν ο Άνυτος μετά την στρατηγίαν του εις Πύλον (112). Διότι καταγγελθείς υπό τινων ως αίτιος της απωλείας της Πύλου, αγοράσας διά δώρων τους δικαστάς, απηλλάγη.

82Είναι φανερόν ότι πρόκειται περί άλλου Ηγησιστράτου, συγγενούς, ίσως, όχι δε υιού του Πεισιστράτου.
83Κατασκοπεύοντες.
84Σκολιά ελέγοντο τα κατά την διάρκειαν οινοποσίας άσματα, είχον δε ίδιον τύπον.
85Αιαί Λειψύδριον προδωσέταιρον,οίους άνδρας απώλεσας, μάχεσθαιαγαθούς τε και ευπατρίδαςοι τότ' έδειξαν οίων πατέρων ήσαν.
86«Προέφερεν» λέγει το κείμενον, μεταφραζόμενον και επρόλεγε.
87Εις το Λειψύδριον, περί του οποίου γίνεται ανωτέρω λόγος.
88Έγχει και Κήδωνι, διάκονε, μηδ' επιλήθου.ει χρη τοις αγαθοίς ανδράσιν οινοχοείν.
89Η διαίρεσις εις τέσσαρας φυλάς έγινεν από τον Ίωνα και διετηρήθη και τον Σόλωνα, ως βάσις των υποδιαιρέσεών του, γενομένη αρχικώς σύμφωνα με την τοπικήν των κατοίκων διαίρεσιν. Του Κλεισθένους η διαίρεσις εις 10 φυλάς δεν έλαβεν υπ' όψιν την διαμονήν των κατοίκων εις έν μέρος, διότι κατ' αυτήν κάθε φυλή είχε διάφορα μέρη της χώρας.
90Τοιουτοτρόπως συνεπεία της κληρώσεως το Φάληρον και ο Μαραθών ανήκον εις τον αυτόν δήμον.
91«Ου γαρ άπαντες υπήρχον εν τοις τόποις». Ήτοι όσον ηύξανεν ο πληθυσμός με τον καιρόν νέα χωρία εσχηματίζοντο.
92Των φρατριών υποδιαίρεσις ήσαν τα γένη. Καθεμία των τεσσάρων αρχαίων φυλών περιελάμβανε τρεις φρατρίας. Αι υποδιαιρέσεις δε αυταί εν συνόλω και μάλιστα οι δεσμοί των γενών είχον σημασίαν διά το κληρονομικόν ιδίως δίκαιον.
93Ο όρκος ούτος των πεντακοσίων βουλευτών έλεγεν ότι ομνύουν να διαχειρισθούν νομίμως το αξίωμά των και ουδέποτε άνευ κρίσεως και παρά το δίκαιον να εξορίσωσιν ή να φυλακίσωσιν ή να φονεύσωσιν.
94Κατά διόρθωσιν του Headlam δέον να τεθή «πεντακοσιομεδίμνων» αντί «πεντακοσίων».
95Η φράσις του κειμένου αύτη «μετά την τυραννίδα» φαίνεται παρέμβλητος.
96Εν εκ των βουνών της Λαυρεωτικής. Κατά Αρποκρ. εις λέξιν Μερώνεια – «τόπος εστίν της Αττικής· έστι μεν τοι και πόλις εν Θράκη».
97Διότι εφοβούντο μη οι ούτως εξόριστοι, και μάλιστα ο Αριστείδης, συνταχθώσι με τους Πέρσας. Πλουτάρχ. Αριστ. 8.
98Δύο ακρωτήρια (το έν εις την Δάκραν της Ευβοίας και το άλλο εις την Α άκραν της Πελοποννήσου) θεωρούμενα ως σύνορα της Αττικής.
99«Τους μύδρους εν τω πελάγει καθείσαν». Τους μύδρους λίθους πυρακτωμένους) ελάμβαναν διά των χειρών ενώ ωρκίζοντο και έρριπτον κατά το τέλος του όρκου εις την θάλασσαν· ήτο δε η τελετή αυτή συμβολισμός του απαραβιάστου της συνθήκης.
100Οι φρουροί επί της Ακροπόλεως.
101Οι δημόσιοι υπάλληλοι. Αι αρχαί.
102«Περί των διωκημένων» λέγει αορίστως το κείμενον. Ήτοι περί της διαχειρίσεώς των είτε της πολιτικής είτε ίσως της οικονομικής.
103Το μεταξύ αγκυλών φαίνεται ότι έχει παρεμβληθή υπό αντιγραφέως. Εξ άλλων πηγών ο Περικλής παρουσιάζεται πιθανώτερα συνεργός του Εφιάλτου.
104«Μονοχίτων».
105Ο Κίμων ήτο τότε 40 ετών και είχε διακριθή ως στρατηγός.
106Οι μικροί πόλεμοι προς διατήρησιν της Αθηναϊκής ηγεμονίας επί των Ελληνικών πόλεων και αποικιών εξηκολούθουν πάντοτε και τούτων μετείχον οι άριστοι των πολιτών.
107«Οι καλούμενοι κατά δήμους»
108«Τυραννικήν».
109«Τας κοινάς λειτουργίας ελειτούργει λαμπρώς». Λειτουργίαι δε καθαυτό δεν ήσαν δημόσια αξιώματα, αλλά τιμητικαί τινες υποχρεώσεις, τας οποίας είχαν οι πλούσιοι. Εξ αυτών σπουδαιότεραι ήσαν η τριηραρχία προς εξοπλισμόν πολεμικών πλοίων και η χορηγία, ήτοι η εκγύμνασις χορού προς διδασκαλίαν τριλογικής τραγωδίας.
110Εκ του δήμου τούτου ήτο ο Κίμων.
111«Οίηθεν» η κατά Στέφανον Βυζ. «Όαθεν». Η Οίη δε ή Όα δήμος της Αττικής. – Το όνομα Δάμων είχεν απαλειφθή πιθανώς εις αρχαία αντίγραφα, φαίνεται εκ του Πλουτάρχου: Περ. 9. «συμβουλεύσαντος αυτώ Δαμωνίδου του Οίηθεν, ως Αριστοτέλης ιστόρηκεν».
112Ο Άνυτος, ο κατόπιν κατήγορος του Σωκράτους, εστάλη μετά 30 πλοίων εις Πύλον προς βοήθειαν του στρατηγού Δημοσθένους και εξ αιτίας διαφόρων δυσμενών περιστάσεων απέτυχεν.